Οι πρώτοι τρόποι μηχανικής στοιχειοθεσίας


Δημήτριος Μπιτζένης, Εκπαιδευτικός γραφικών τεχνών
www.bizdim.gr


Στοιχειοθεσία είναι η διαδικασία ταξινόμησης των γραμμάτων σε λέξεις και προτάσεις προκειμένου να διαμορφωθεί ένα ολοκληρωμένο κείμενο. Η πρώτη μορφή στοιχειοθεσίας ήταν αυτή που γίνονταν με το χέρι. Στη συνέχεια όμως, και όσο οι ανάγκες αυξάνονταν, ανακαλύφθηκαν και άλλοι τρόποι που έκαναν την στοιχειοθεσία να κινείται με γρηγορότερους ρυθμούς. Τέτοιοι τρόποι ήταν η λινοτυπία, η μονοτυπία και τα τυπογραφικά κλισέ. Κάποιες από αυτές τις μεθόδους χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα σε ορισμένες εργασίες και κάποιες άλλες αντικαταστάθηκαν αρχικά από την φωτοσύνθεση και στη συνέχεια από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

  Α. Η λινοτυπία
Για περισσότερα από 400 χρόνια ο μόνος τρόπος στοιχειοθεσίας εκτεταμένου κειμένου ήταν η στοιχειοθεσία χεριού. Διάφοροι πειραματισμοί έγιναν κατά καιρούς για την κατασκευή κάποιας μηχανής, οι οποίοι όμως δεν καρποφόρησαν, έως το 1886, που εφευρέθηκε η λινοτυπική μηχανή.
Η μηχανή αποτελούνταν, σε γενικές γραμμές, από ένα πληκτρολόγιο, ένα χυτήριο, ένα πλήθος καλουπιών για τη χύτευση των στοιχείων και μηχανισμούς που συνέδεαν τα διάφορα τμήματα μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα της στοιχειοθεσίας με τη χρήση αυτής της μηχανής ήταν αράδες κειμένου που χυτεύονταν για μια και μόνη φορά. Το κείμενο, δηλαδή, δεν αποτελούνταν από ξεχωριστά στοιχεία, όπως στη μέθοδο της στοιχειοθεσίας χεριού, αλλά από μονοκόμματες σειρές στοιχείων που παράγονταν με ταυτόχρονη χύτευση. Επειδή στην Αγγλική γλώσσα η αράδα λέγεται λάιν (line) και το στοιχείο τάιπ (type), η μέθοδος αυτή της στοιχειοθεσίας ονομάστηκε λάινοταϊπ (linotype), λινοτυπία στα ελληνικά.
Ο στοιχειοθέτης, λινοτύπης στην περίπτωση αυτή, πληκτρολογούσε το κείμενο σε ένα πληκτρολόγιο που θύμιζε εκείνο της γραφομηχανής. Κάθε φορά που πατούσε ένα πλήκτρο, απελευθέρωνε μία μήτρα (καλούπι στοιχείου) που αντιστοιχούσε στο γράμμα που είχε επιλέξει. Οι μήτρες των στοιχείων βρίσκονταν συγκεντρωμένες σε ειδικές θήκες που ονομάζονταν μαγκαζίνα και βρίσκονταν στο υψηλότερο σημείο της μηχανής. Ειδικά κανάλια-οδηγοί, ένας για κάθε γράμμα ή σημείο, ξεκινούσαν από τα μαγκαζίνα κατευθύνοντας την πτώση της κάθε μήτρας. Η μήτρα που είχε επιλεχθεί περνούσε μέσα από το κανάλι της και συγκεντρώνονταν στο χώρο σχηματισμού της αράδας.


Δεξιά, μηχανή λινοτυπίας. Αριστερά, η τελική μεταλική αράδα

Όταν ολοκληρώνονταν η πληκτρολόγηση μίας αράδας μπορούσαν να γίνουν κάποιες διορθώσεις με το χέρι, αφαιρούνταν ή και προσθέτονταν μήτρες. Η σειρά των μητρών κατευθύνονταν στο σημείο χύτευσης. Το κράμα του μετάλλου συμπλήρωνε τα κενά των μητρών, σχηματίζοντας πρώτα τους οφθαλμούς των στοιχείων και ύστερα το σώμα της αράδας, σε ολόκληρο το πλάτος της και ως το ύψος εκτύπωσης. Καθώς πάγωνε, στερεοποιούνταν σχηματίζοντας μία συμπαγή αράδα κειμένου.
Εάν διαπιστώνονταν το παραμικρό λάθος, η αράδα πληκτρολογούνταν και χυτεύονταν από την αρχή. Ακολουθούνταν η ίδια διαδικασία στο πιεστήριο δοκιμών και η φόρμα πήγαινε για εκτύπωση.
Μετά την εκτύπωση, οι αράδες καθαρίζονταν από την τυπογραφική μελάνη και οδηγούνταν στο χυτήριο για να ξαναγίνουν κράμα.
Η λινοτυπία ελάττωσε το χρόνο στοιχειοθεσίας αισθητά. Έτσι, ενώ ένας έμπειρος στοιχειοθέτης συνέλεγε 1.500 στοιχεία στη διάρκεια μιας ώρας, τα στοιχεία που πληκτρολογούσε ο λινοτύπης, έφταναν τα 5.000, στο ίδιο χρονικό διάστημα. Η μέθοδος, παρόλα αυτά, παρουσίαζε και μειονεκτήματα. Στην περίπτωση του παραμικρού λάθους, η αράδα απαιτούσε πληκτρολόγηση και χύτευση από την αρχή. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν πως κατά τη χύτευση προέκυπταν εξογκώματα, προεξοχές (γρέζια) μεταξύ των στοιχείων της αράδας τα οποία τυπώνονταν, δημιουργώντας ένα ακαλαίσθητο αποτέλεσμα. Τέλος, το γεγονός ότι το χυτήριο με τις υψηλές θερμοκρασίες και τις αναθυμιάσεις ήταν μέρος της μηχανής, καθιστούσε ανθυγιεινές τις συνθήκες εργασίας του στοιχειοθέτη.

Β. Η μονοτυπία
Από το 1897 μία άλλη μέθοδος μηχανικής στοιχειοθεσίας βρήκε εφαρμογή στον εκδοτικό χώρο, η μονοτυπία. Η μονοτυπική μηχανή παρήγαγε μεμονωμένα τυπογραφικά στοιχεία, τα οποία χρησιμοποιούνταν για μια μόνο εκτύπωση. Αποτελούνταν από δύο ξεχωριστά μέρη, το πληκτρολόγιο και το χυτήριο, τα οποία μπορούσαν να βρίσκονται σε διαφορετικό χώρο. Το κτύπημα κάθε πλήκτρου στο πληκτρολόγιο διατρυπούσε μία ταινία από ειδικό χαρτί σε μορφή ρολού, με τη χρήση ενός συστήματος πεπιεσμένου αέρα. Ένας συγκεκριμένος αριθμός τρυπών και ο μεταξύ τους συσχετισμός αντιστοιχούσε σε ένα συγκεκριμένο γράμμα.


Μηχανές μονοτυπίας

Μετά την ολοκλήρωση της πληκτρολόγησης, η ταινία μεταφέρονταν στο χώρο του χυτηρίου. Εκεί, αποκωδικοποιούνταν στη μηχανή χύτευσης. Με ένα σύστημα πεπιεσμένου αέρα, μέσα από τις τρύπες της ταινίας επιτυγχάνονταν η ενεργοποίηση ενός μηχανισμού που προκαλούσε τη μετακίνηση των μητρών από το χώρο αποθήκευσής τους στη θέση όπου γίνονταν η χύτευση. Το στοιχείο σχηματίζονταν καθώς το υγρό μέταλλο εισχωρούσε μέσα τους, και με ειδικό μηχανισμό προωθούνταν σε έναν αγωγό συγκέντρωσης. Όταν τα στοιχεία σχημάτιζαν μία αράδα, προωθούνταν όλα μαζί σε μία υποδοχή, όπου ο χειριστής του χυτηρίου έλεγχε το αποτέλεσμα.
Η μονοτυπική μηχανή επέτρεπε τη διόρθωση με το χέρι ενός στοιχείου που είχε πληκτρολογηθεί λάθος και δεν απαιτούνταν η επαναχύτευση ολόκληρης της αράδας. Ακόμη, η χρήση της μονοτυπικής μηχανής ελάττωσε τον χρόνο στοιχειοθεσίας στο μισό σε σχέση με την προηγούμενη μέθοδο. Τέλος, το γεγονός ότι το χυτήριο αποτελούσε αυτόνομο τμήμα της μηχανής καθιστούσε υγιεινές τις συνθήκες εργασίας του στοιχειοθέτη.

Επεξεργασία των μεταλικών χαρακτήρων της μονοτυπίας

Γ. Τα κλισέ
 
Τα κλισέ του κειμένου
Εκτός από τα εκτεταμένα κείμενα που στοιχειοθετούνταν με έναν από τους τρόπους που αναφέρθηκαν, απαιτούνταν, πολλές φορές, και κείμενα που για τα γράμματά τους δεν υπήρχαν προκατασκευασμένες μήτρες, όπως για παράδειγμα ένα λογότυπο, σύνθεση γραμμάτων σχεδιασμένων κατά μοναδικό τρόπο. Για να ενσωματωθεί ένα τέτοιο κείμενο σε μία τυπογραφική φόρμα, έπρεπε να αποκτήσει μορφή αντίστοιχη με εκείνη των τυπογραφικών στοιχείων. Για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου, επινοήθηκαν τα κλισέ. Το θέμα, δηλαδή, μετατράπηκε σε ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο με προεξέχουσες επιφάνειες. Τα κλισέ χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό μπορούν να είναι κράματα μετάλλων ή διάφορα είδη πλαστικών.
Για να πάρει ένα θέμα μορφή αντίστοιχη με εκείνη του τυπογραφικού στοιχείου, ακολουθείται μία ολόκληρη διαδικασία. Το σχέδιο φωτογραφίζεται σε μηχανή φωτογράφησης, ειδικά κατασκευασμένης για τέτοιου είδους εργασίες, και μετατρέπεται σε αρνητικό φιλμ. 

Μεταλικά κλισέ με κείμενα

Το φιλμ είναι μία πλαστική διαφάνεια καλυμμένη από τη μία της πλευρά με μία στρώση υλικού ευαίσθητου στο φως (φωτοευαίσθητου) που χρησιμεύει στην αντιγραφή του θέματος. Αρνητικό ονομάζεται το θέμα του οποίου τα λευκά μέρη έχουν μετατραπεί σε σκούρα και αντίστοιχα τα σκούρα του σε λευκά. Στο αρνητικό φιλμ τα λευκά απεικονίζουν το θέμα που θα τυπωθεί και είναι διαπερατά στο φως.
Το υλικό, λοιπόν, επάνω στο οποίο θα μεταφερθεί το θέμα, καλύπτεται με φωτοευαίσθητη επίστρωση. Το αρνητικό φιλμ τοποθετείται επάνω της και ακολουθεί από ειδική συσκευή έκθεσή του στο φως. Όλα τα φωτοευαίσθητα υλικά μετά την έκθεση απαιτούν εμφάνιση• έτσι και το υλικό που φωτίστηκε εδώ. Κατά την εμφάνιση, τα σημεία που δέχθηκαν το φως, σταθεροποιούνται, ενώ οξειδώνονται, διαβρώνονται και απομακρύνονται τα μέρη εκείνα που προστατεύθηκαν από το φως. Με τον τρόπο αυτό η επιφάνεια αποκτά προεξέχοντα σημεία, τα σημεία του θέματος που θα εκτυπωθεί. Αφού το φιλμ που χρησιμοποιήθηκε ήταν αρνητικό, απομακρύνονται τα μέρη που δε θα δεχθούν μελάνη κατά την εκτύπωση.
Η διαδικασία της εμφάνισης διαφέρει ανάλογα με το υλικό. Στα σύγχρονα πλαστικά ως οξειδωτικό μέσο χρησιμοποιείται το νερό. Στη συνέχεια, για να αυξηθεί η αντοχή του υλικού στο χρόνο, αυτό φωτίζεται χωρίς φιλμ αυτή τη φορά και σκληραίνει περισσότερο.
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των κλισέ, δεν έχουν το ίδιο ύψος με τα τυπογραφικά στοιχεία. Γι’ αυτό, απαιτείται να κολληθούν επάνω σε ξύλινα, μεταλλικά ή πλαστικά στηρίγματα.

Το κλισέ της εικόνας

Παρόμοια διαδικασία ακολουθείται και στην περίπτωση που κατασκευάζεται κλισέ εικόνας (φωτογραφία, ζωγραφικό σχέδιο κ.λ.π.). Η διαφορά που υπάρχει στην περίπτωση των εικόνων είναι ότι αυτές αποτελούνται από τονικές διαβαθμίσεις (ενδιάμεσες, δηλαδή, καταστάσεις μεταξύ του λευκού και του μαύρου). Για να μετατραπεί μία εικόνα σε αρνητικό φιλμ απαιτείται η χρήση ράστερ, ενός φιλμ που σε ολόκληρη την έκτασή του έχει ίδιου μεγέθους κουκίδες με ισαπέχοντα κέντρα.

Μεταλικά κλισέ με εικόνα

Το ράστερ επινοήθηκε για να μετατρέψει ένα τονικό θέμα σε γραμμικές κουκίδες τόσο μικρού μεγέθους, που να μη γίνονται αντιληπτές με γυμνό μάτι και να δίνουν την ψευδαίσθηση των τόνων. Συγκεκριμένα, στο αρνητικό φιλμ που παράγεται από την έκθεση στο φως, οι σκούροι τόνοι αποδίδονται με κουκίδες με ισαπέχοντα κέντρα, μεν, αλλά με μικρή ατομική έκταση, ενώ οι ανοιχτοί τόνοι με κουκίδες ισαπέχουσες, με μεγάλη ατομική έκταση. Οι κουκίδες αυτές, αν και μικρές, είναι ικανές να δεχθούν την εκτυπωτική μελάνη και να τη μεταφέρουν επάνω στο εκτυπωτικό υπόστρωμα.
Στη διαδικασία, λοιπόν, για την κατασκευή του κλισέ, το ράστερ παρεμβάλλεται μεταξύ του θέματος που θα φωτογραφηθεί και του παρθένου φιλμ, επάνω στο οποίο θα δημιουργηθεί η εικόνα. Πιο συγκεκριμένα, το ράστερ έρχεται σε άμεση επαφή με το φιλμ που θα φωτιστεί. Με τον τρόπο αυτό, τη στιγμή της έκθεσης του θέματος στο φως, το ράστερ εμποδίζει το φως να περάσει από τα σημεία που υπάρχουν κουκίδες, ενώ το θέμα ανάλογα με τις τονικές διαβαθμίσεις διαφοροποιεί το μέγεθος των κουκίδων.

Μεταλικά κλισέ στερεομέμα στο εκτυπωτικό μηχάνημα


Σχετικά άρθρα
Πηγές 
Πρόλογος: Grafic Notes
Κείμενο: Τεχνολογία εκτυπώσεων, Δημήτριος Μπιτζένης, Εκπαιδευτικός γραφικών τεχνών

Σχόλια